Μια Γεννήτρια στον Άνεμο - Μέρος VII

Μία Γεννήτρια στον Άνεμο – Μέρος VII

Πράξη 1η

 

Νομίζω πως σ’ αρέσει
Σ’ αρέσει να μπερδεύεις τα πράγματα
Αυτή η άοσμη Επιθυμία
Που απλώς περπατά
Που απλώς έριχνε αναστεναγμό
Σε Λευκό Μπουντρούμι
Που μ’ άρπαξε απ’ την Κόλαση
Που δεν μ’ έσυρε ποτέ στον Παράδεισο

 

 

Εγώ…
Είναι ώρα να μπω στη Γελοιογραφία μου
Τη ζωγράφισα ολομόναχη
Και οι Άνθρωποι
Τόσο δολερά, σχεδόν υμνητικά, «υγιείς»
Τόσο εμποτισμένοι από τα Φριχτά τους Εμβατήρια
Κάθεσαι εκεί
Έτσι με του «Γνωστικού» την αποκοτιά
Δίχως την παραμικρή υποψία
Να βρεις ένα τόσο δα δάκρυ στα Μάτια
Να το απαξιώσεις
Έναν τόσο δα αφρό στη Γλώσσα
Να το δικάσεις
Κάτι πληγές από μαχαίρι
Τόσες δα πληγές στο Δέρμα
Να το σταυρώσεις
Κάτι να ταράξει τα «Λογικά»
Ως «Συνήγορο» ύστατο του Διαβόλου
Ω! Οι Άνθρωποι τόσο φοβισμένοι
Όλους τους νευρόσπαστους παροξυσμούς
Να σφάξεις στη θέα του «Άσωτου Υιού»
Tόσο εξεταστικό το βλέμμα σου
Το σκόρπιο Λούνα Πάρκ
Τόσο τραγικά ζηλόφθονο βλέμμα
Για τα ξύλινα αλογάκια
Πως σπαν τις αλυσίδες του Καρουζέλ
Και χάνονται στη βαριά Νύχτα

Είναι τόσο
Τόσο στεγνό το στόμα σου
Κερνιούνται φαρμάκια
Για κάθε χάπι που τους έχωσε ο Ψυχίατρος
Για κάθε ραφή που τους έκανε ο Ιατροδικαστής
Τους κατασφάζουν στην ανεμοδαρμένη Αίθουσα
Κι ύστερα στρώνουν τσόχα
Με ναργιλέ για πόκα
Αναζητούν των «Πράξεων την Κρίση»
Στην ουρά τα γλάρια με την πιστωτική τους κάρτα
Για λίγο μεζέ τουμπανιασμένο στην Ακτή
Από τις Λευκές στολές
Που άξαφνα μυρίζουν το τσιγκό τιυ Αίματος
Κοίτα ψηλά
Ο Γλάρος Ιωνάθαν
Αλλοίμονο
Χωρίς ίχνος περιτρόμου
Στον Ήχο
Τοις μετρητοίς στροβιλισμοί
Στο Κλάμμα
Από καταβολής του Μετρονόμου
Στο Γέλιο
Σαν ανεβείς τα σκαλοπάτια
Κερδίζεις τις μάρκες
Όλες
Στην Κραυγή
Κυοφορείται μόνο Σιωπή…

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5

Leave a Reply