Μονοχρωμία

Μονοχρωμία

Πολύ νωρίς για τον Αιώνιο Χορό,
Ίσως…
Για Χρόνους Ονειρικούς πολύ αργά,
Ίσως…

 

(Ακούστε την απαγγελία)

      1. Μονοχρωμία - Ευαγγελία Τυμπλαλέξη

 

 

Με την αυθάδεια της Γυμνότητας.
Μπροστά στην Κοινωνική παράλυση θα σταθώ.
Μπροστά στην τετραπληγία των θεσμών που επιβάλλουν τη συγκατάβαση, που υπονομεύουν την αυτονομία.
Μπροστά στην επέκταση της νομιμότητας που αμβλύνει την ευδαιμονία και καταργεί την εμπειρία.
Η αθυροστομία της Γυμνότητας.
Καθώς θα στέκει μπροστά στο Κοινωνικό Νομισματοκοπείο με την αναισχυντία μιας ρεματιάς απότομης, που ανεπαισθήτως κατέστησε το χάσμα της το αβυσσαλέο, απερισκεψία καταστερωμένη. Ένα Νομισματοκοπείο που μπολιάζει τα τοπικά είδωλα.
Μπροστά στις πρωτοβουλίες εκδημοκρατισμού, που δικαιολογούν νέα Σώματα Ασφαλείας.
Μπροστά στα κατασκευασμένα εμπορεύματα εικόνων, που λοιδορούν την Ελευθερία με την αβρότητα των Λέξεων.
Μπροστά στις ισότιμες διαδικασίες, που οικοδομούν τα «μηδενικά» σ’ έναν ρεγουλαρισμένο όχλο.
Η Αναίδεια της Γύμνιας ξέσκεπη από τα μυστικά της, σαν αυλάκι που χαράζει κύκλους και προσβάλλει τις Ερινύες.
Η Αναίδεια της Γύμνιας που έχει για Χάος της το τσιμέντο των Πόλεων και τη λάσπη των βουνών. Μια νεράιδα η Γύμνια που χτίζει την αρρυθμία της πάνω στο Νερό, που βλέπει περισσότερα χρώματα εξόν των τριών της Φυλακής: το κίτρινο των τοίχων-το γαλάζιο των μεταλλικών σκελετών- το γκρι του δαπέδου. Το έγραφε αυτό μια «διέξοδος» διαφορετική απ’ την εμφανώς ενδεικνυόμενη έξοδο κινδύνου.
Μια νεράιδα η Γύμνια, όχι νεαρή με κρέας τρυφερό, που δεν ξέρει προς τα που να κατευθύνει την οργή της. Μια νεράιδα η Γύμνια μεστή, που δύναται να επανακωδικοποιεί κι ίσως ν’ αποκαθηλώνει την ταύτισή της με τις Λέξεις και με τα Πράγματα.

 

Πάντα ένα «αλλού» καρτερεί ο Άνθρωπος, για να καταλήξει στη νοητή ευθεία της Ηττας.
Κι ύστερα κοιτά απογοητευμένος στον καθρέφτη, μη κι ανιχνεύσει τους αντικατοπτρισμούς του. Όχι όπως αυτοί κλωθογύριζαν στα όνειρα ή στους εφιάλτες του Ιδεαλισμού τους, τους υπαρκτούς που ψηφίζουν Νόμους και κερδίζουν Πολέμους, που λησμονούν ή κυνηγούν τα δευτερόλεπτα, που σχηματίζουν σε τζάμι θολό την εκ φυσικής προδιαθέσεως φιλοστοργία για την Αλήθεια, από μια ευνοϊκή μα απροβάριστη προσδοκία θριάμβου.
Απόπειρες σποραδικές Δασκάλων που υπηρέτησαν την αποβλακωτική Εκπαίδευση κι έγραψαν τα σχολικά βοηθήματα προς αποκόμιση κερδών.
Προσπάθειες δοκιμαστικές υπαγωγής στη Νομική και Ιατρική περίθαλψη, μια κομψευόμενη αποστολή που χαρίζει τα ψυχοφάρμακα με το κιλό.
Ο Κάματος της βιοπάλης με περιορισμένους στόχους, καθώς οι κυρίαρχες αξίες τιμωρούν τις αποκλίνουσες θέσεις∙ κι όλες οι επιθέσεις ανυποχώρητες στον αγώνα.
Με τη σεμνότητα των τύπων που επιβάλλουν ισχυρή κεντρική εξουσία, χωρίς να βρίσκουν καμία θέση στη φυσιογνωμία τους.
Πάντα μια «Χίμαιρα» θα ερωτεύεται ο Άνθρωπος, για να καταλήξει σε μιαν αγκαλιά ολισθηρή με την ακρίβεια μιας απαιτούμενης επαγρύπνησης, μια «Χίμαιρα» που ανεπαισθήτως κατέστησε Εργάτη στις παρυφές της Σκέψης, Εργάτη με ιδιοσυγκρασία ταπεινή στης Επιστημοσύνης την ειδικευμένη βαρβαρότητα. Κι έτσι καθόρισε τα όρια της Ζωής του απ’ την Πίστη και την Εργατικότητα.
Μα είναι η σάρκα που πλανεύει, ακόμη και την καταστολή ή και τα βασανιστήρια, τους σωφρονιστικούς κώδικες και τους Νόμους τους αντιτρομοκρατικούς.
Είναι οι ζώνες οι ερωτογενείς που μαυλίζουν, ακόμη και την αλλοτρίωση των παραγωγικών δυνάμεων ή και τη διασπασμένη ανασυγκρότηση της ασφάλειας.
Ένα σουρρεάλ πεδίο με τις αυξομειώσεις του, κι αφήνει τον Άνθρωπο στον ανθρωπισμό του…

 

 

Πολύ νωρίς για τον Αιώνιο Χορό,
Ίσως…
Για Χρόνους Ονειρικούς πολύ αργά,
Ίσως…

 

Μπροστά στους «Επιχειρηματίες της Ηθικής» θα σταθώ.
Με μια Γύμνια όχι νεανική και καταγεγραμμένη σε δραστηριότητες χωρίς τον πυρετό τους, σε κραυγές χωρίς τη μιλιά τους, πρόσφορη ίσως σε μιαν ηλιθιότητα που τυρρανά τη Σκέψη και μια μωρία ανικανοποίητη που προδίδει, λες κι ήταν τα Μόνα που τους έταξε υποσχέσεις.
Ολιγωρούν οι Εραστές στον τομέα των εξηγήσεων, όταν θέλουν να αποκηρύξουν ή να ελέγξουν το μάκρος των μαλλιών…
Με μια Γύμνια ταλαιπωρημένη και προερχόμενη από «πληθυσμούς πλεονάζοντες», να σταθεί ατάραχη στις υποχρεωτικές δακτυλοσκοπήσεις, στους επιβεβλημένους ελέγχους, στις αναπόφευκτες φωτογραφίσεις.
Με μια Γύμνια που «περισσεύει» στον φετιχισμό του επίπλαστου «αυθόρμητου», σακάτικη που δρασκελά υπερήφανη ανάμεσα στα δεκανίκια της, με το σοκαριστικό βλέμμα της Πόρνης που κατατείνει προς την πραγματικότητα και την αυτοδυναμία της.
Πάντα θα αυνανίζεται ο Άνθρωπος με τα αιμομικτικά του Όνειρα καθώς οι Μάγισσες θα τυλίγουν τις πλεξούδες τους γύρω απ’ το κεφάλι του. Και στο δωμάτιό του θα χτίζει πάντα τον Τοίχο που θα χρειάζεται τη «γνωριμία» της αόρατης πλευράς.
Με μάτια ατίθασα κι ανυπόταχτα στις εντολές του Νου, με αυτιά καταδικασμένα στην αυτεπάγγελτη ακρόαση.
Κοιτά στον καθρέφτη για να βρει τις φτερούγες του να φροντίσει, χωρίς να ξέρει αν ταυτίζεται με το Ζώο του Ψεύδους, που εμφανίζει τις αρρητες αναφορές του ή με το Αγρίμι της Αλήθειας, που μεταφράζει τα κίνητρα της ταυτότητάς του.
Μα είναι η σάρκα κατάστικτη από νευρώνες, κρατήρες στα όρια του Κόσμου, που παγιδεύει τα πιο εγγενή φασιστικά χαρακτηριστικά σ’ ένα συσσίτιο υπόλογο για παρενόχληση.
Στης Ηδονής τα περίχωρα, καθώς οι καβαλάρηδες ρίχναν κέρματα στους ζητιάνους…

 

Θα σταθώ μπροστά σας.
Να προτάξω στον Αιώνιο χορό την αθυροστομία της Γυμνότητας.
Όλα αυτά τα καζάνια που ελλοχεύουν με μοχθηρότητα τη σατυρίαση και τις ορμές.
Στους Ονειρικούς χρόνους τη ρυπαρογραφία της Γύμνιας να προκρίνω.
Όλες αυτές οι κάμαρες που κλείνουν τη λύσσα και τους ίμερους.
Πάντα ο Άνθρωπος ένα «εξώφυλλο» έψαχνε, τις αξιώσεις του να πάρει και τα δικαιώματα, να στήσει τη φωτογένειά του στο παρασκήνιο, την εγωπάθειά του να στηρίξει στο προσκήνιο. Ένα «εξώφυλλο» να παράγεται σε συνθήκες ελάχιστου ερεθισμού και ν’ αναπαριστά την οργάνωσή του. Μ’ αυτό το συνονθύλευμα συστατικών και θέσεων έχτισε δίπολα να περιφράξει τα δίκια και την τελειότητά του, τη χρήση και την περιγραφή του να οπλίσει, για όλα εκείνα που τον ατίμασαν και τον πόνεσαν, για όλα εκείνα που θυσίασε σε συμβιβασμούς, που πούλησε σε ανταλλαγές, να χαρίσει τα υπόλοιπα σ’ Εκείνους που θυμιάτισαν την ύπαρξη με τ’ απωθημένα τους.
Ποτέ για μια «ζωγραφιά» ο Άνθρωπος δεν μονομάχησε Μοναδική. Να διαιρέσει ένα κορμί για να βασιλεύσει τα σκόρπια μα ανανήφοντα μέλη φωτίζοντας τη θλίψη του. Για ν’ αντικρύσει τις Φυτείες και το Φαντασιακό του βάθος κι όχι απλώς να το μολύνει με μυστικά που δεν κατόρθωσε να μεταδώσει σ’ άλλα σώματα.
Με Νότες ποτέ δεν έντυσε όποια κακουχία οι εφιάλτες ξερνούσαν, καθώς έσκαβε με μαχαίρια και πηρούνια αλλοπαρμένος τη Νύχτα∙ νεκρούς να ξεσκλαβώσει απ’ τους τάφους.
Επεξεργάζεται διάφορα συνοδευτικά σχήματα, μα ποτέ το έργο δεν επιτελείται, επειδή κι η κάθε λεπτή χροιά δεν αρκούσε παρά σαν μία συμβολή στη δόμηση του Εαυτού, σαν μία στρατηγική σκοπών κι επιθυμιών, που έπρεπε να καβαλικέψουν το κάθε αθώο βλέμμα. Και μιαν έγερση μιαρή κι αχαλίνωτη, στις διαμαρτυρίες νηφάλια αποκρινόταν.
Ήταν ίσως τ’ ανοιχτόχρωμα μάτια που αγρυπνούσαν για την Ελευθερία, τα κοντοκουρεμένα μαλλιά που βούρτσιζαν τη Φθορά. Μέσα στα στόματα φωτιές, σφύριζε η υπακοή στο προπατορικό αμάρτημα.

 

 

Πολύ νωρίς για τον Αιώνιο Χορό,
Ίσως…
Για Χρόνους Ονειρικούς πολύ αργά,
Ίσως…

Και στο πιο ψηλό σημείο του Ορίζοντα, έχασε τη Μαγεία ο Άνθρωπος, εκτελώντας την αποκρυπτογράφησή της.
Θα σταθώ μπροστά σας.
Να προκαλέσει η Ασχήμια τις εμπορικές συναλλαγές της σάρκας στις τρώγλες του Μυαλού.
Να προξενήσει η Ομορφιά παράφορες καταδιώξεις στο χειμαρρώδες της Ηθικής.
Ν’ ατενίζει η Αίσθηση της Ακινησίας τα φλούδια.
Να εισπνεύσετε τις αναθυμιάσεις απ’ το χωμάτινο κορμί.
Την Ανάγκη να εκπνεύσετε απ’ την εκποίηση των Ιδεών.
Να κοροϊδέψετε ακόμη-ακόμη τα θαμπά συντρίμια της πτώσης.
Την αποφορά να βαρυγκομήσετε, της αβάσταχτης ελαφρότητας του Είναι.
Φλόγες να δυναστεύουν τις Εποχιές και οι Βροντές τον Χρόνο.
Είναι που ανασαίνουν επί αιώνες μιαν Ομίχλη στιλπνή, επειδή η Κοινωνία είναι απαραίτητη για το Κράτος κι ο Έρωτας για τον κυβερνητικό μηχανισμό.
Το υφάδι το δουλεμένο με ερμητισμό που διακονεί των Διπλωματών την αμοιβή.
Θα σταθώ μπροστά σας, ολόγυμνη χωρίς κέρματα γι’ αντάλλαγμα μήτε ύμνους στις δοκιμασίες.
Όχι για να σας φέρω κοντά, αφού έχω ήδη διαπιστώσει την περιορισμένη κλίμακα της εκφραστικότητάς σας, αλλά για ν’ αποκαλυφθεί η υπέρβαση για λογαριασμό της Τάξης, για να μορφοποιηθεί το σκηνικό ως μία τυχαία παρανόηση ή παράνοια.
Μιαν απαραίτητη περιγραφή για να υποστηλωθεί η θεωρία της παρακμής, που συγχώνευσε όλη τη μισθωτή σκλαβιά κι έκανε lifestyle την Αναρχία.
Πως να καταφέρω αλλιώς να ερμηνεύσω τούτη την απουσία επαρκούς καταξίωσης.
Θα τολμήσω να σταθώ μπροστά σας χωρίς την απαραίτητη ειδίκευση ή πιστοποίηση, από κάποιο καλλιτεχνικό εργαστήρι που θα μπορούσε ενδεχομένως να μου διδάξει το εικονιστικό υλικό της κινηματικής μου πάλης.
Θα σταθώ μπροστά σας Γυμνή, έχοντας δολοφονήσει όλες τις κατηγοριοποιήσεις του Εαυτού και κάθε αφαιρετική τους έννοια,.
Εδώ Ολόγυμνη θα μαλάξω τον πηλό του κορμιού απ’την αρχή και θα πουλήσω το δημιούργημα στα Μουσεία του Μέλλοντος.
Στης Ομορφιάς τον άξονα,
Καθώς ο Φόβος επωφελείται απ’ τους ρουφιάνους…

 

Κι ύστερα απ’ όλες τις ριπές και τα βρισίδια.
Κι ύστερα απ’ όλο το ποδοκύλισμα στα άγονα χωράφια της στενομυαλιάς.
Κι ύστερα απ’ όλες τις ταπεινώσεις στις γαμήλιες τελετές.
Κι ύστερα απ’ τις εκπορνεύσεις όλες στους αυτοματισμούς.
Κι ύστερα απ’ όλους τους εξευτελισμούς της κακοποίησης.
Μπροστά σ’ ΕΣΕΝΑ θα σταθώ μ’ απόφαση ακλόνητη κι απελευθερωμένα ρίγη απ’ του Εγώ τη δυναστεία.
Να βάζεις τη Γύμνια backround στου υπολογιστή το desktop!
Να ΣΕ κοιτάζει με τα μάτια λιγωμένα, κι ακρωτηριασμένο τον ένα μαστό να στάζει της Βαβέλ το αίμα.
Με ντυμένο το πρόσωπο στα μαύρα, όλους τους εκλέκτορες να πείθει των θρόνων.
Να μη με προσφωνείς ποτέ με τ’ όνομά μου.
Να καταρρίπτουμε οι δυο μας το Δίκαιο το Εθιμικό!
Μπροστά σ’ ΕΣΕΝΑ θα σταθώ.
Μέσα στις γούβες του κορμιού σου να προσαράξει η Γύμνια,
Στους ωκεανούς ν’ αρμενίζει της Αταραξίας και στης Φαντασίας τους απέραντους Ορίζοντες.
Όπως όλοι του κορμιού οι πόροι θα θηλάζουν τη γλώσσα σου, σαν μια κάποια jeune fille en fleur με εμπροσθοφυλακή την αμοραλιστικά μαχόμενη οργάνωσή της.

 

Κι αν δεν αντέχεις το θαμπωμένο παρμπρίζ στη θέαση,
Κι αν υποταγή κι ερωτική σκλαβιά είναι το τυλιγμένο της Λύπης μου κουβάρι.
Σύρε με σ’ ενός Χαμάμ τους υδρατμούς ξεριζώνοντας τα μαλλιά και τεμαχίζοντας την ολότητά μου.
Ταρίχευσε όλο το σύνολο και δώρισέ το στων Αγγέλων το Χορό.
Τότε θα μπορώ να βρω το Ουράνιο Τόξο και τις άκρες του στα προγενέστερα νοήματά σου.
Την Αλήθεια να βρω μες στην Μονοχρωμία.
Ίσως..

 

 

Κι άσε τη Γύμνια να χαθεί στη Νύχτα…

 

 

 

Μουσική:

 

  • Vas – In The Garden Of Souls

  • Azam Ali – I’m a stranger in this world

  • Vas – Bardo

 

 

*Φωτογραφία: Μαρία Ζουρνή

 

*Το γυροσκόπιο αντίληψης της Ευαγγελίας Τυμπλαλέξη οδυνάται για τα κακώς κείμενα στον Πλανήτη. Νιώθει να πάλλεται σε χώρο μαγνητικά απομονωμένο και η πυξίδα έχει χαθεί.