Τον άρτον ημών τον επιούσιον

Τον άρτον ημών τον επιούσιον

Τα είχαν αλήθεια καταφέρει!
Βλέμμα σε τζάμι θολό και πόση γοητεία!
Από ξέθωρα χρώματα σ’ ίριδες ματιών ξένες.

 

 

Πρόοδος-Ανάπτυξη-Εξέλιξη-Ευμάρεια.
Σιτοδείες-Λιμοί-Θεομηνίες-Κακοπραγία.
Αυτό το δίπολο συντροφεύει εδώ και αιώνες τα βήματα του Ανθρώπου.

Μόνο κατά τη διάρκεια του έτους 2018, σύμφωνα με τις επίσημες δημοσιοποιήσεις του ΟΗΕ, διαπιστώθηκαν 821,6 εκατομμύρια άνθρωποι ταλανισμένοι από επισιτιστική ανασφάλεια. Το 2017 ο αριθμός ανερχόταν στα 811 εκατομμύρια, κάτι που δηλώνει την αύξουσα πορεία της καμπύλης στους στατιστικους πίνακες τη στιγμή που οι συναθροίσεις των εκάστοτε G, G7-G20 και όποιο άλλο υποκριτκής ταμπέλας G, διαβεβαιώνουν πως οι προσπάθειες εστιάζονται στην «αειφόρο ανάπτυξη» και την κατ’ αυτούς συνεπαγόμενη μείωση του υποσιτισμού ανά τον Κόσμο. Στις Ηπείρους της Ασίας και της Αφρικής ωστόσο καταγράφονται πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι εγκλωβισμένοι στα δίχτυα του υποσιτισμού.
Sites, δελτία ειδήσεων και profils στα social medias αφιερώνουν χρόνο στις συνθήκες και στις αιτίες της Πείνας, περισσότερο ή λιγότερο-με λεκτικό ύφος διακριτικό ή θυμωμένο, ή αρέσκονται να βομβαρδίζουν σχετικά με τα αποτελέσματα της Πείνας εμμένοντας σε εικόνες υποσιτισμένων παιδιών-εγκύων κυρίως.

Ως Πείνα λοιπόν ορίζεται η ανεπάρκεια της τροφής που προσλαμβάνεται από το άτομο σε σχέση με την απαραίτητη ποσότητα και το είδος των απαιτούμενων συστατικών για την ζωτικότητα, την ανάπτυξη και τη διατήρηση της υγείας του ατόμου. Τρεις συνιστώσες, η κοινωνική-η οικογενειακή-η ατομική, συγκροτούν την συνισταμένη της Πείνας αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους ως ενωμένο τρίπτυχο προς αντιμετώπιση ή διαδοχικά ως μεμονωμένοι κρίκοι προς ελάττωση συγκεκριμένων επιπτώσεων και περαιτέρω διάσπαση της προβληματικής αλυσίδας.
Η αιτιολογική δομή της Πείνας συνήθως συνδέεται με τις πολύπλοκες σχέσεις παραγωγής-διανομής-κατανάλωσης τροφίμων.
Συνακόλουθα στις διάφορες μελέτες των τοπικών ή διεθνών Οργανισμών γίνεται αυτόματη κι ίσως αυθαίρετη αναγωγή της κατάστασης της Πείνας σε φαινόμενα προβληματικών καλλιεργειών ή συναλλαγών-σε γεωργικοκτηνοτροφικές επικεντρώσεις-σε κοινωνικούς κανόνες διανομής-σε πολιτισμικούς κανόνες κατανάλωσης-σε πολιτικές-οικονομικές μεταρρυθμίσεις, διαδικασία η οποία συγκροτεί πίνακες Συστημάτων:

  • Κατάρρευση του Συστήματος Διατροφής. Το Ερευνητικό Ινστιτούτο Κοινωνικής Ανάπτυξης του ΟΗΕ για τις επιπτώσεις της Πράσινης Επανάστασης στις αναπτυσσόμενες χώρες ξεφεύγοντας κάπως απ`το ενδεδειγμένο πλαίσιο ενασχόλησης με την παραγωγή και την κατανάλωση, ασχολήθηκε με τη διανομή πόρων και την τρωσιμότητα του φυσικού περιβάλλοντος ως αποτέλεσμα οικονομικών-πολιτικών πρακτικών που ευνοούν τον αποκλεισμό πληθυσμιακών ομαδων. Οι διακυμάνσεις της διεθνούς αγοράς εμφανίζονται άρρηκτα συνυφασμένες με τον προσδιορισμό των σημείων προελεύσεως της Πείνας.

  • Αποτυχία του Δικαιώματος στην Τροφή. Το «δικαίωμα στην Τροφή» αναφέρεται απλώς στην πρόσβαση στα τρόφιμα, «την οποία απολαμβάνει ένα νοικοκυριό βάσει του κοινωνικά αναγνωρισμένου δικαιώματός του να ελέγχει ορισμένους πόρους», σύμφωνα με τον Amartya Sen. Οι πόροι ωστόσο διαφέρουν ανάλογα με την περιοχή, στην οποία βρίσκεται το άτομο-νοικοκυριό. Σε αγροτικές περιοχές η διατροφική επάρκεια διασφαλίζεται από την άμεση καλλιέργεια της γης έστω κι αν πολλά απ’ τα προϊόντα προορίζονται για την ευρύτερη διανομή, σε αστικές περιοχές όμως η αγοραστική δύναμη είναι ο ρυθμιστικός παράγοντας πρόσβασης στα διαθέσιμα τρόφιμα. Και στις δύο των περιπτώσεων ωστόσο παρεμβαίνουν ως διασαλευτής της διαθεσιμότητας οι αυξομειούμενες εμπορικές συνθήκες, οι οποίες διέπουν την ανταλλαγή των πόρων. Τοιουτοτρόπως δημιουργούνται ελλείψεις τροφίμων, οι οποίες οδηγούν στην αποτυχία εφαρμογής του Δικαιώματος στην Τροφή.

  • Κίνδυνος. Η εκτεταμένη έλλειψη τροφίμων ορίζεται ως «απειλή κατά των Ανθρώπων και των αξιών τους» σύμφωνα με τον Kates, αλλά πως δημιουργείται μια εν δυνάμει επικίνδυνη κατάσταση; Συνήθως πρόκειται για καιρικά φαινόμενα που παρουσιάζονται ως «ασύμμετρες απειλές» και είναι ικανά να αποδιοργανώσουν την εύρυθμη πρόσβαση στα τρόφιμα. Μια ανάλογη αλληλουχία γεγονότων τυποποιεί ωστόσο τα αίτια ως επίσης «ασύμμετρη» πιθανότητα μετάβασης σε παγιωμένο έλεγχο της διακίνησης των τροφίμων.

  • Αύξηση Πληθυσμού. Η αύξηση του πληθυσμού απαιτεί και αύξηση παραγωγής, ασχολήθηκαν εκτενώς σε πραγματείες τους οι Karl Heinrich Marx-Thomas Malthus-Esther Boserup, έκαστος από τη δική του αναλυτική ματιά.

    Ο Malthus εστίασε στην απαίτηση για τροφή ως προϋπόθεση βασική για πιθανότητα αύξησης του πληθυσμού, κάτι που συνεπάγεται «αποτρεπτικούς ελέγχους» περιορισμού της γονιμότητας.

    Ο Marx στον αντίποδα εντρυφεί στη σώρρευση του κεφαλαίου, το οποίο παροπλίζει μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού κατά την οργάνωση παραγωγής δημιουργώντας συνθήκες ανεργίας και κατ’ επέκταση μη-πρόσβαση στα αγαθά.

    Η Boserup συνδέει την αύξηση του πληθυσμού με την αποδοχή-διάδοση τεχνολογικών καινοτομιών, οι οποίες συνεισφέρουν στη βελτίωση των προτύπων διαβίωσης.

Ανατρέχοντας σε διάφορες αναφορές σχετικά με τον τρόπο ζωής προηγούμενων συνομαδώσεων, ακόπως τεκμαίρεται πως η Πείνα συμπορεύεται υπό απόλυτα αναλογική σύνδεση με την Αφθονία. Όλες οι πολιτικές-κοινωνικές συσσωματώσεις, ουδεμίας εξαιρουμένης από την Αρχαιότητα ως και τις μέρες μας, χαρακτηρίζονται από λειτουργική εξειδίκευση, η οποία:

1) εκκινεί με τη γένεση-διάδοση της καλλιέργειας.
Ο Κυνηγός-Συλλέκτης βασίστηκε αποκλειστικά στην προσφερόμενη από τη Φύση τροφή και επιβίωσε με μία μέση αλλά πλούσια-ποικίλη θερμιδική επάρκεια.
Με τη γεωργία το ανθρώπινο γένος οδηγείται στην καταναγκαστική εργασία και κατ’ επέκταση την οικειοποίηση των αγαθών που προκύπτουν δια μέσου του αποικισμού με την υποδούλωση άλλων ομάδων και παράλληλη απαίτηση εργατικού δυναμικού-των λεηλασιών με αρπαγή εναλλακτικών διατροφικών πόρων-της επιβολής φόρου με την οριοθέτηση «καλλιεργήσιμης» και «ακαλλιέργητης» έκτασης-των επιβαρύνσεων με τον διαχωρισμό του όρου «σιτοδεία» ανάλογα σε ποιον φυσικό πόρο συντελείται, θερμά ή ψυχρά ρεύματα εν παραδείγματι ευνοούν ή αποτρέπουν την αναπαραγωγή ψαριών στα Νερά αλλά θερμά ή ψυχρά ρεύματα ευνοούν ή αποτρέπουν επίσης την ωρίμανση καρπών στα Δάση προς πάχυνση ζώων.
Δεν υπάρχουν στοιχεία ικανά να αποδείξουν ότι το προϊστόρικό μοντέλο επιβίωσης οδηγούσε τον άνθρωπο σε φτωχή διατροφή ή στην εμφάνιση εκτεταμένων λιμών. Μελέτες των Steinbock το 1976-Ortner & Putschar το 1981-Huss Ashmore το 1982-Cohen & Armelagos το 1984-Gibert & Mielke το 1985 δίνουν επιμέρους ενδείξεις για την καταγραφή μεταβολής υγείας λόγω έλλειψης τροφής, η έλλειψη θερμίδων αποτυπώνεται σε οστά λεπτοφυή-η αναιμία αποτυπώνεται στην πάχυνση του θόλου του κρανίου ή στην εμφάνιση πόρων στο κρανιακό οστό ως πορωτική οστεοποίηση-η έλλειψη βιταμίνης D αποτυπώνεται σε μαλακά οστά που δημιουργεί ραχίτιδα-το σκορβούτο αποτυπώνεται στην απώλεια δοντιών, οι οποίες μεταβολές αποτυπώνουν περιπτώσεις βιολογικού στρες και όχι απαραίτητα περιστατικά πείνας ή ασιτίας με αδιαμφισβήτητα ευαπόδεικτο τρόπο.
Πολύ αργότερα οι Ινδιάνοι της Αμερικής δημιούργησαν μεγάλες και σύνθετες κοινωνίες ερειδόμενες στην εκμετάλλευση ψαριών και καρπών χωρίς ωστόσο ποτέ να καλλιεργήσουν, απλώς με επιλογή προς εγκατάσταση πρόσφορων εδαφών-νερών. Ο Robert Mensforth σε μελέτη του το 1986 ισχυρίζεται πως η διάδοση των λοιμωδών νοσημάτων γίνεται πολύ εντονότερη στους εγκατεστημένους πληθυσμούς παρά στις ομάδες των Κυνηγών-Συλλεκτών. Ο Angel σε μελέτη του σημειώνει πως κατά την Εποχή του Χαλκού στην Ελλάδα η υγεία υπόκειται σε ανάκαμψη, επιφανειακή ωστόσο, επειδή διαπιστώνονται καταφανείς διαφορές της υγείας στα στρώματα των βασιλέων ή ευγενών πλουσίων και στα στρώματα των υποτελών. Ο Martin το 1984 και ο Rudney το 1983 σημειώνουν ότι η διατροφή και η υγεία στη Σουδανική Νουβία μειώνονται δραματικά και σε ευθεία αναλογία με την εντατικοποίηση της γεωργίας και την ένταξη της περιοχής στη σφαίρα των εγκατεστημένων κοινωνιών. Η Rebecca Storey το 1985 σε έρευνα της αποκαλύπτει απότομη αύξηση μητρικού υποσιτισμού και θνησιγονίας με την είσοδο των Μάγια και των Ολμέκων της Μεσοαμερικής στην αστικοποιημένη συνομάδωση του Τεστιχουακάν. Οι οικισμοί των «πολιτισμένων» ευνοούν τον υποσιτισμό και γίνονται εστίες ασθενειών.
Επιπροσθέτως ο A. Goodman υποστηρίζει ότι «οι ζωονόσοι έπαιζαν κάποιον ρόλο στον περιορισμό των προϊστορικών πληθυσμών. Οι ασθένειες αυτές, των οποίων φορείς είναι τα ζώα και μόνο συμπτωματικά μεταδίδονται σε ανθρώπους-ξενιστές, φαίνεται ότι δεν εμφανίζονται συχνά, σε σύγκριση με ασθένειες που προκαλούνται απ’ το συγχρωτισμό». Οι Acsadi & Nemeskeri υπολόγισαν ότι ο μέσος όρος ζωής στην Αρχαία Ρώμη ήταν περίπου στα τριάντα έτη, ενώ ο Wiess αναφέρει ως προσδόκιμο ζωής στην Κλασσική Αθήνα δεν υπερέβαινε τα 25 με 30 έτη, πράγμα που δηλώνει καταφανώς ότι το προσδόκιμο ζωής στις εγκατεστημένες κοινωνίες παρέμενε στα επίπεδα της Λίθινης Εποχής.
Η κινεζική επικράτεια ονομάστηκε η «Γη των λιμών», επειδή κατά τους δύο τελευταίους αιώνες σημειώθηκε ραγδαία αύξηση του πληθυσμού-εκτεταμένη πρόκληση καταστροφικών ξηρασιών σε σημείο να αναγκαστεί να ζητήσει επανειλημμένα βοήθεια από Διεθνείς Οργανισμούς. Όλα τα στοιχεία που διατίθενται για τη Χώρα της Κίνας, προέρχονται από την κεντρική εξουσία, πράγμα που καθιστά αναμφίβολη επαλήθευση. Στη μελέτη Robin Yates επιχειρείται μία προσέγγιση κατά την περίοδο από τη 2η χιλιετία Π.Κ.Ε μέχρι και το 220 Μ.Κ.Ε.
Στην κινεζική φιλοσοφία η τροφή δεν υπολαμβάνεται απλώς ως καύσιμο για τον ανθρώπινο οργανισμό. Το μοίρασμα της τροφής αφ’ενός δένει άρρηκτα τα άτομα μεταξύ τους πνευματικά και αφ’ετέρου συμβολίζει τελετουργικά την εκτεταμένη κοινωνία των ζωντανών και των νεκρών. Η προθυμία δε της συμμετοχής στη βρώση δηλώνει την αναγνώριση στη θρησκευτική-πολιτική-προσωπική νομιμότητα της ομαδας ή του προσώπου που σε προσκαλεί στο μοίρασμα. Το μεγαλύτερο μέρος των κινεζικών πεδιάδων ήταν ελώδες και οι λόφοι καλυμμένοι από πυκνά δάση. Παρ’ όλα αυτά οι Κινέζοι στην Εποχή του Χαλκού-Ορειχάλκου, 1500-700 Π.Κ.Ε με τις δυναστείες των Σανγκ και των Τσου, και στην Εποχή του Σιδήρου, 700-200 Π.Κ.Ε με τις δυναστείες των Τσου και των Τσιν, δεν ασχολήθηκαν με αρδευτικά συστήματα αλλά οι τοπικές κοινότητες αποστράγγιζαν τα έλη για δική τους κάθε φορά χρήση. Οι πόροι στην Κίνα ήταν άφθονοι, κατά τις διενέξεις των πληθυσμιακών ομάδων δεν υφίστατο πρόβλημα επικυριαρχίας, οι ηττημένες ομάδες μετοικούσαν σε κοντινές περιοχές, όπου υπήρχαν επίσης επιλογές επισιτισμού.

2) επιτείνεται με την τεχνολογική εντατικοποίηση.
Οι Σουμέριοι πρώτοι ξεφεύγουν από την «τυχαία επιβίωση» του προτύπου Κυνηγού-Συλλέκτη και επιδίδονται σε εκτεταμένη χρήση εδαφών προς καλλιέργεια με σύντονη εποχιακή μετακίνησή τους σε περιοχές προσφορότερες. Προβαίνουν επίσης σε έλεγχο πλημυρών επινοώντας πολύπλοκα αρδευτικά συστήματα, όπως και οι Αιγύπτιοι με τη χρήση ετήσιας υπερχείλισης του Νείλου.
Οι κλασσικοί Μάγια ορίζουν τους αγρούς ως «γεωργικούς» και μηχανεύονται εποχιακά μοντέλα παραγωγής τροφίμων. Στη Μεσοποταμία, το γόνιμο τόξο Ιράκ-υψίπεδα Συρίας-Τουρκία-Ιράν ανάμεσα στον Τίγρη και Ευφράτη, ανιχνεύεται οργανωμένη άρδευση από το 6000 Π.Κ.Ε., η οποία συμβάλλει στην αλληλοδιαδοχή πολλών κύκλων αύξησης του πληθυσμού και συγκέντρωσής του σε πρώιμα αστικοποιημένα συνομαδώματα.
Στην Αρχαία Ελλάδα ορίζεται ο «οικογενειακός λαχανόκηπος», στον οποίο η εργασία ήταν αδιάκοπη προς εξυπηρέτηση των ιδιωτικών αναγκών διατροφής αλλά ο πειραματισμός εναλλακτικών-εναλλασσόμενων καλλιεργειών σε συλλογικό επίπεδο εξέλειπε, πράγμα που απέληγε σε τεχνολογική εντατικοποίηση των Μέσων Μεταφοράς, στην Αρχαία Ελλάδα δίδεται προτεραιότητα στη ναυπήγηση πλοίων και διάνοιξη ακτοπλοϊκών διαύλων προς διευκόλυνση μεταφοράς-εμπορίας προϊόντων από παρακείμενες περιοχές.
Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εντατικοποιείται η στόχευση δημιουργίας δομών προς εξασφάλιση επαρκούς παροχής τροφίμων, λιμενικές εγκαταστάσεις-υπαλληλικό προσωπικό καταγραφής προϊόντων και διανομής τους-σιταποθήκες-εμπορικό Δίκαιο προς ενδυνάμωση της «κάστας» των Εμπόρων με ενθάρρυνση συναλλαγών, των Πλοιάρχων με αδειοδότηση εκτεταμένων θαλάσσιων διανομών, των Στρατιωτικών με ανάθεση της παντί τρόπω προάσπισης των κεκτημένων πόρων δια προνομιακών απολαβών.
Η Μεσαιωνική Ευρώπη σκαρφίζεται την εγκαθίδρυση πλέον της Αγροτικής Οικονομίας, κατά την οποία επεκτείνονται οι καλλιεργούμενες περιοχές παρ’ όλο που παρατηρείται και μία μορφή σεβασμού στο έδαφος με το σύστημα σύντομης αγρανάπαυσης=mansi, και η αποθήκευση βρώσιμων προϊόντων.
Στην Κινεζική Γη πριν την Εποχή του Σιδήρου υπήρχε θρησκευτική εξουσία «εκεί που ήταν ο βασιλιάς», του οποίου κύρια φροντίδα ήταν οι πόλεμοι και η αναδιανομή του πλούτου στους εκάστε συμμάχους.
Μετά την Εποχή του Σιδήρου εισέρχεται στην πρώιμη Εποχή των Αυτοκρατοριών, κατά την οποία διενεργείται σύσταση Κράτους και συγκεντρωτισμός εξουσιών με πρώτη μέριμνα τη δημιουργία ελεγχόμενων αρδευτικών προγραμμάτων.
Η γραφειοκρατική πολιτική συστήνει εκτενείς οργανισμούς με όλο και αυξανόμενο αριθμό κρατικών υπαλλήλων- συγκροτεί όλο και μεγαλύτερα στρατεύματα, διαδικασία που απαιτεί συντήρηση, η οποία με τη σειρά της καταλήγει στην ενασχόληση με τη γεωργία και τη χειροτεχνία και στην ενσωμάτωση του αγροτικού πληθυσμού στην εθνική οικονομική διάρθρωση διαχείρισης πόρων.
Κατά την οικοδόμηση κοινωνικής ιεραρχίας προωθούνται κατασκευαστικά προγράμματα ανακτόρων-τειχών περιφρούρησης των περιουσιακών στοιχείων του Κράτους, οδοποιίας προς διευκόλυνση των μεταφορών των προϊόντων. Καλλιεργείται συστηματικά το έδαφος και συλλέγονται καρποί από δασικές εκτάσεις. Οι άνθρωποι φορολογούνται και έχουν πλέον υποχρέωση να καταταγούν στα Στρατιωτικά Σώματα του Κράτους. Η Γη, χωρισμένη σε τρία είδη ποιότητας καλή-μέτρια-κακή, είναι ιδιοκτησία του Κράτους, δηλαδή των Μεγάλων-Πλούσιων Οικογενειών, στις οποίες αναδιανέμεται κυκλικά με απόφαση του Κράτους, δηλαδή μεταξύ τους, ώστε καμμία Οικογένεια να μην έχει τη δυνατότητα πλουτισμού εις βάρος κάποιας άλλης Μεγάλης=Κρατικής Οικογένειας.

(Συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα)

Pages: 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

Leave a Reply